ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩ άναυδη τον τελευταίο καιρό αυτή την «τζογολαγνεία» που έχει καταλάβει το τηλεοπτικό κοινό, αν συμπεραίνω σωστά από τις μετρήσεις τηλεθέασης και τα συνεχή σχόλια στις τηλεοπτικές στήλες των εφημερίδων. Το «Deal», αλλά και το «Μεγάλο Παζάρι» μοιράζουν λεφτά, πολλά λεφτά, εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, σε παίκτες που ζουν (ή τουλάχιστον έτσι μου φάνηκε εμένα) ίσως τις πιο έντονες στιγμές της ζωής τους, παραδομένοι στην παραζάλη μιας ψευδαίσθησης. Ενα σκοινί που τεντώνεται κι άλλο κι άλλο, καθώς τα πρόσωπα των παικτών παραμορφώνονται, οι κόρες των ματιών διαστέλλονται, τα χείλη δαγκώνονται, οι οικογένειες παραδίπλα ιδρώνουν, προσεύχονται ή είναι έτοιμες να αλληλοσπαραχθούν καθώς το μετα-αμερικανικό όνειρο εκτυλίσσεται μπροστά μας, στις οθόνες των τηλεοράσεών μας.
ΘΑ ΠΑΡΕΙ ο παίκτης τα 200 χιλιάρικα ή το ένα ευρώ; Θα γίνει το όνειρο πραγματικότητα; Θα μετουσιωθεί η έξαρση του φαντασιακού σε μια απτή, κοινή τραπεζική επιταγή; Και, άραγε, αυτό το σύγχρονο θαύμα θα οδηγήσει την τηλεθέαση στο peak; Θα είμαστε όλοι «εκεί» για να το δούμε, να θαυμάσουμε και να ευχηθούμε να ήμασταν στη θέση του τυχερού παίκτη; Νιώθω ενοχλημένη από αυτή τη στεγνή, απλή και καθ' όλα κυνική σύλληψη, που φέρνει κάθε πολίτη σε ένα τηλεοπτικό πλατό και του προσφέρει μια ματιά στο όνειρό του, ποντάροντας μόνο στην τύχη και την τζογαδόρικη ιδιοσυγκρασία του. Και θυμάμαι πόσο πιο γοητευτικός ήταν ο παλιός ο τρόπος, τα τηλεπαιχνίδια γνώσεων με τα σαφώς χαμηλότερα -σχεδόν συμβολικά- χρηματικά έπαθλα ή ακόμη και τα απλά δώρα.
ΗΤΑΝ τα τηλεπαιχνίδια όπου ο παίκτης και ο τηλεθεατής απολάμβαναν μια πνευματική πρόκληση, επιστράτευαν γνώσεις, ένστικτο και συλλογιστική σκέψη για να κερδίσουν. Εκεί που κυριαρχούσαν το μειδίαμα και το γοητευτικό συνοφρύωμα των φρυδιών, η διανοητική αναμέτρηση. Και όλα αυτά απέναντι στην υπερτασική ερυθρότητα των παριών, τις λευκές κλειδώσεις των δακτύλων και τις άναρθρες κραυγές των παικτών και των συγγενών τους στα τζογαδόρικα παιχνίδια των ημερών μας. Οταν βλέπω την απογοήτευση, τα δάκρυα, την ατμόσφαιρα συντριβής που επικρατεί όταν «δεν τα πάρει τα λεφτά», τότε δεν μπορώ παρά να συμπεράνω πως έχουμε ξαπλώσει στον πάτο και απολαμβάνουμε την καταβύθισή μας. Φαντασιώνοντας πάντα μια ζωή ακόμη πιο καταναλωτική, υπερφίαλη, στενοκέφαλη, κενή. Μια ζωή με μουσική υπόκρουση το λαϊκό σουξέ «για τα λεφτά τα κάνεις όλα», που δείχνει πως δεν έχουμε πια καμιά σχέση με τα παιδιά που μεγάλωσαν παίζοντας το «Φωτεινό Παντογνώστη».
Sunday, February 18, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment